- προσθαφαιρέσεις
- προσθαφαίρεσιςaddition or subtraction as requiredfem nom/voc pl (attic epic)προσθαφαίρεσιςaddition or subtraction as requiredfem nom/acc pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έκδοση — Η δημοσίευση ενός γραπτού κειμένου· η εκτύπωση και η διάδοση οποιουδήποτε κειμένου από εκδοτικό οργανισμό· οι διάφορες εκτυπώσεις ενός βιβλίου ή μιας εφημερίδας· το σύνολο των αντιτύπων του ίδιου έργου σε μία μόνο εκτύπωση. Επειδή στον όρο έ.… … Dictionary of Greek
Θυσία του Αβραάμ — Ποιητικό θρησκευτικό δράμα –ένα από τα πλέον αξιόλογα έργα της κρητικής λογοτεχνίας– που αποδίδεται στον Βιτσέντζο Κορνάρο. Γράφτηκε πιθανότατα το 1635, σύμφωνα με γραπτή πληροφορία χειρογράφου του Νανιανού Κώδικα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης, και… … Dictionary of Greek
Μαλαξός — Επώνυμο δύο μεταβυζαντινών λογίων, από το Ναύπλιο. 1. Μανουήλ (Ναύπλιο ; – Κωνσταντινούπολη 1581). Εκδότης και συγγραφέας νoμοκανονικών και ιστορικών έργων. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πρώιμο στάδιο της ζωής του. Γύρω στα 1555 ήταν… … Dictionary of Greek
Όμπεραμεργκαου — (Oberammergau). Κοινότητα (περ. 7000 κάτ.) της Άνω Βαυαρίας, που απέκτησε παγκόσμια φήμη με την αναπαράσταση του θείου Πάθους (Passionspiel) που γίνεται κάθε δέκα χρόνια και συγκεντρώνει πλήθος θεατών από όλα τα μέρη του κόσμου. Η αναπαράσταση… … Dictionary of Greek